Ομιλία για τη σύνδεση κριτικής σκέψης και επιπέδου γλωσσομάθειας

Αγαπητοί συμμαθητές και αξιότιμε κύριε Χαραλαμπάκη,

        Με αφορμή την αξιόλογη και άξια συζήτησης εισήγησή σας θα ήθελα ως μέλος αυτού του σχολείου να εκφράσω την γώμη μου σχετικά με όλα όσα αναφέρατε προηγουμένως. Αρχικά σημαντικό θα ήταν να τονίσω πως συμφωνώ με όσα είπατε σε μεγάλο βαθμό, αλλά ασχέτως αν συμφωνεί η διαφωνεί κάποιος, πρέπει να επισημάνουμε κάποιες πολύ βασικές λεπτομέρειες από την εισήγησή σας.

       Πρωτίστως, όπως πολύ σωστά αναφέρατε, η κριτική σκέψη και η διδασκαλία αποτελούν δύο έννοιες στενά και άμεσα συνδεδεμένες μεταξύ τους. Και αυτό δεν είναι τυχαίο. Για να μπορεί κάποιος να κρίνει, πρέπει να διαθέτει και τις απαραίτητες γνώσεις. Αυτές τις γνώσεις τις αποκτάει μέσα από την φοίτηση και την διδασκαλία του στο σχολείο. Ο στόχος του σχολείου, λοιπόν, δεν είναι η συσσώρευση ασήμαντων πληροφοριών όπως πολλοί πιστεύουν, αλλά αντίθετα να καλλιεργήσει πνευματικά τον μαθητή μέσα από τις γνώσεις που του προσφέρει αλλά και να του δημιουργήσει διάφορους στοχασμούς. Όλα σχεδόν τα μαθήματα που διδάσκονται οι μαθητές στο σχολείο βασίζονται στην λογική και την κριτική σκέψη, ωστόσο ορισμένα μαθήματα επιτυγχάνουν περισσότερο την ανάπτυξη αυτών των δύο. Το μάθημα της Ιστορίας για παράδειγμα. Σκοπός του είναι να βάλει τον μαθητή σε μια διαδικασία αναζήτησης και στην συνέχεια κρίσης διαφόρων γεγονότων. Άρα λοιπόν, η αποτελεσματική διδασκαλία είναι μια βασική προϋπόθεση για την σωστή καλλιέργεια της κριτική σκέψης.

       Εκτός από την αποτελεσματική διδασκαλία όμως, η επαρκής εκμάθηση της μητρικής μας γλώσσας, όπως αναφέρατε, παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στην ολόπλευρη ανάπτυξη της κριτικής μας σκέψης. Η γλώσσα είναι σκέψη. Μέσα από την γλώσσα αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο γύρω μας, διαφορετικά από κάθε λαό. Μέσα από την γλώσσα σκεφτόμαστε, εκφράζουμε τις σκέψεις μας, επικοινωνούμε. Είναι αναγκαίο λοιπόν να την γνωρίζουμε σε βάθος και να ξέρουμε πως να την χειριστούμε. Βέβαια, είναι αδύνατο να γνωρίζουμε και την παραμικρή λεπτομέρεια της μητρικής μας γλώσσας όταν μέχρι και τα λεξικά περιέχουν ένα πολύ μικρό μέρος των συνολικών λέξεων που υπάρχουν. Μπορούμε ωστόσο να καταβάλουμε μια προσπάθεια προκειμένου να αποκτήσουμε κάποια εμπειρία και ευχέρεια όσων αφορά την χρήση της γλώσσας μας.

     Αβίαστα, λοιπόν, οδηγούμαστε στην διαπίστωση ότι η διδασκαλία και η εκμάθηση της μητρικής μας γλώσσας αποτελούν παράγοντες που διαμορφώνουν και καθορίζουν την κριτική μας σκέψη και άρα πρέπει να τους δοθεί μεγάλη βαρύτητα, για να αποφύγουμε τη συρρίκνωσή της.

Σας ευχαριστώ

(Λευτέρης Μπακογιάννης, Α΄ Τάξη)